Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Ο Μάγος ( intro Part 2 )

p29Ολιγόωρη στάση στο σταθμό Λαρίσης…
Αθήνα, καταραμένη πόλη, κουρασμένη από τη βαριά ιστορία και το χάος της. Δεν μπορώ να πω, πλάκα είχε κάποτε που έμενα εδώ. Ευτυχώς για μένα, ήταν για λίγο… Τώρα μόνο περίμενα την βραδινή αμαξοστοιχία 604 “για Αλεξανδρούπολη και ενδιάμεσους σταθμούς”. Ωραίο τραίνο, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συναντήσεις μέσα. Ένας φίλος έλεγε ότι είναι ένα “anything goes train”. Συναντάς από τα καλύτερα μέχρι και τα χειρότερα. Είναι σα να κάνεις μία “βουτιά” στο βούρκο της κοινωνίας ελπίζοντας να βγεις καθαρός όταν αποβιβαστείς. Για αυτό, ίσως, και πολλοί κάνουν “κατάθεση ψυχής” στο διπλανό τους, ότι κι αν είναι αυτός, χωρίς να τους ενδιαφέρει και πολύ. Αν η ιστορία που θα πουν είναι και “πιασάρικη” ίσως να θυμάται κάποιος από τους παρευρισκόμενους το όνομα τους ή την ιστορία που ειπώθηκε. Αλλιώς είναι απλά “νερό στη θάλασσα”…

Αλλά εκείνη δεν ήταν έτσι. Δεν έψαχνε κάθαρση ούτε αποζητούσε συγχώρεση, από κανέναν και για τίποτα. Πόσο μάλλον από κάποιον άγνωστο. Την πρόσεξα στην αποβάθρα, “ακροβατούσε” στην άκρη της κίτρινης γραμμής. Ο άνεμος ανακάτευε τα μαύρα μακριά μαλλιά της και το φως από το χλωμό φεγγάρι έκανε το λευκό της δέρμα να δείχνει πιο απόκοσμο απ’ όσο ήταν. Κοίταζε αμίλητη το ολόγιομο φεγγάρι με τα μεγάλα μαύρα μάτια της και αυτά γυάλιζαν όπως τα μάτια αρπακτικού στο σκοτάδι…
“Έμοιαζε” μικρή, όπως ακριβώς “έμοιαζα” κι εγώ μεγάλος. Αλίκη την έλεγαν, αν θυμάμαι καλά και θυμάμαι αρκετά καλά, σα να ήταν χτες… Κάποια πράγματα – γεγονότα της ζωής σου, δεν μπορείς να τα ξεχάσεις όσο κι αν το θες… Το τραίνο έφτασε κι εκείνη συνέχιζε να κοιτάζει προς τα κει που ήταν το φεγγάρι, ακόμη κι αν ο “όγκος” του τραίνου της εμπόδιζε τη “θέα”… Περίμενα το κοπάδι να διαλυθεί για να επιβιβαστώ από τους τελευταίους. Ήξερα που θα καθίσω, απέναντι της. Αρεσκόταν να κάθετε μόνη της σε διπλά τραπέζια στο κυλικείο του τραίνου, υποκρινόμενη πως “περιμένει παρέα”. Αυτή τη φορά έλεγε την αλήθεια, περίμενε παρέα αλλά δεν το γνώριζε ακόμα. Εκείνη είχε μπει μέσα και πιθανότατα είχε ήδη παραγγείλει ζεστό καφέ. Η παρέα της καθόταν υπομονετικά έξω ακόμα και χάζευε τα πρόβατα στο κρύο.
Είδα κι εσένα να περιμένεις πιο πέρα αλλά δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία το ήξερα πως οι δρόμοι μας θα αντάμωναν ξανά. Ούτως ή άλλως ήταν από τότε γραφτό σου, να είσαι ΕΣΥ αυτός που θα πεις την ιστορία μας. Μια ιστορία “πιασάρικη” που πρέπει να ακουστεί. Φέρεις το βαρύ φορτίο να ακούς “ιστορίες” χωρίς να μπορείς να συμμετάσχεις σε αυτές και ούτε να μπορείς να τις ξαναζήσεις. Πάντως ορκίζομαι πως ότι σου λέω σήμερα είναι αλήθεια. Μια αλήθεια που αν θες την πιστεύεις και την μοιράζεσαι.
Ανέβηκα αργά τις σκάλες και προχώρησα στο διάδρομο με σταθερά βήματα, προς το κυλικείο. Προσπαθώντας να μην ενοχλήσω όσους κοιτούσαν με άδειο βλέμμα έξω, βουτηγμένοι στις σκέψεις τους και χαμένοι στο λαβύρινθο του δικού τους μυαλού. Το να ενοχλείς ανθρώπους σαν κι αυτούς είναι σα να σε ξυπνάνε με φωνές μετά από ξενύχτι, η βίαιη επιστροφή στην πραγματικότητα δεν είναι ποτέ κάτι “το καλό”. Μπήκα μέσα και την χάζεψα για λίγο να κάθετε, μόνη της. Ίδια όπως τότε, αναλλοίωτη, σαν πορσελάνινη κούκλα ξεχασμένη σε βιτρίνα παλαιοπωλείου. Αυτή τη φορά κοιτούσε τον καφέ της να αχνίζει και πιθανότατα αναπολούσε λάθος πράγματα… Έξυνε τις παλιές της πληγές, μέχρι να βγάλουν και πάλι αίμα… Μπορεί να φαίνεται λάθος αλλά έτσι ήταν πάντα η Αλίκη, ήταν ο δικός της τρόπος για να νιώθει ακόμη ζωντανή…
Το τραίνο ξεκινούσε για το μακρινό του ταξίδι, “τελευταία ειδοποίηση προς τους επιβάτες, η αμαξοστοιχία 604 αναχωρεί σε ένα λεπτό!”…

Δεν υπάρχουν σχόλια: